Θέμα 

    Θέμα του ποιήματος είναι το υψηλό φρόνημα των κατοίκων της Πάργας (στις εισαγωγικές στροφές το θέμα είναι τα δώρα των θεών προς τους ανθρώπους με κυριότερο το υψηλό φρόνημα, την ελευθεροφροσύνη). Το περιεχόμενο είναι
πατριωτικό και υμνητικό.

Λεξιλογικά

    τόνος: ο βαθμός έντασης ή ύψους ενός ήχου

 διαπρεπής: ξεχωριστός, σημαντικός, εξαίρετος·

οι αθάνατοι: οι θεοί

 ατίμητος: ανεκτίμητος

 εύσπλαγχνον στήθος: (συνεκδ.) ευσπλαχνία·

φρενών πτέρωμα: υψηλό φρόνημα·

τα κρημνά του βίου: οι γκρεμοί (μεταφ.: οι δυσκολίες) της ζωής

κλαγγή: οξεία και διαπεραστική κραυγή· κρότος από συγκρουόμενα όπλα

λαγκάδι: στενή και δασωμένη κοιλάδα ανάμεσα σε βουνά

υπερπετάξαντες: πετώντας ψηλά

ηνία: χαλινάρια

διασυρόμενα: καθώς σέρνονται ορμητικά

αγλαός: λαμπρός.

 

Το αίτημα προς τη Λύρα

 Στην πρώτη στροφή της ωδής ο ποιητής, καθώς διαλέγεται με τη Λύρα, ζητάει από αυτή να τεντώσει τις χορδές της σε υψηλούς μουσικούς τόνους, για να εναρμονιστεί ο ίδιος με αυτούς και να ψάλουν μαζί με σοβαρό και υψηλό ύφος τον ύμνο που ακολουθεί· ακόμα, της ζητάει να πάρει το εκτυφλωτικό φως της αστραπής, για να βρεθεί ο ποιητής μέσα στην έκλαμψη της έμπνευσης (λάβε αστραπήν) και στην έξαρση και γονιμότητα του νου (ήθος λάβε νοός). Και όλα αυτά είναι απαραίτητα, επειδή τη στιγμή αυτή ποιητής και Λύρα Ποίηση υμνούν μια ένδοξη πράξη (υμνούμεν ένδοξον έργον) πρέπει λοιπόν ο ύμνος να είναι υψηλός, σοβαρός και εμπνευσμένος, ώστε να φανεί αντάξιος της πράξης αυτής.

 

 

 Ο ποιητής από την αρχή της ωδής χρησιμοποιεί το β' ενικό πρόσωπο, καθώς απευθύνεται στην ποίηση, την οποία προσωποποιεί με το όνομα Λύρα (πρβ. τον όρο «λυρική ποίηση»). Παρουσιάζει λοιπόν τον εαυτό του να διαλέγεται με την Ποίηση, ζητώντας από αυτή να του δώσει την κατάλληλη έμπνευση. Έτσι, η πρώτη στροφή της ωδής μπορεί να συσχετιστεί με τα προοίμια των επών της αρχαίας ελληνικής ποίησης, στα οποία οι ποιητές επικαλούνταν τη Μούσα, για να τους στείλει την έμπνευση. Εκτός από την κλητική προσφώνηση, το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται ο ποιητής, η Λύρα, δηλώνεται και με το β' γραμματικό πρόσωπο των ρημάτων δώσε, λάβε, λάβε.

 Στη συνέχεια ο ποιητής χρησιμοποιεί το α' πληθυντικό πρόσωπο, μέσα στο οποίο περιλαμβάνει τον εαυτό του και τη Λύρα Ποίηση. Έτσι, παρουσιάζει το περιεχόμενο του ποιήματος ως απαύγασμα καθαρά ποιητικής έμπνευσης και ως αποτέλεσμα της συνεργασίας ποιητή - Ποίησης. Αυτό το εύρημα δίνει και κάποια θεατρική διάσταση, καθώς παρουσιάζονται δύο πρόσωπα, που «διαλέγονται» και συνεργάζονται. Το α' πληθυντικό πρόσωπο υπάρχει στα ρήματα υμνούμεν, ιδώμεν και στην προσωπική αντωνυμία Ημείς. • Βέβαια, χρησιμοποιείται και το γ' γραμματικό πρόσωπο στα αφηγηματικά και στα περιγραφικά σημεία του ποιήματος.

2. Τα δώρα των θεών προς τους ανθρώπους

 Μετά την επίκληση της Λύρας - Ποίησης ο ποιητής αναφέρεται στις αξίες ιδιότητες που κοσμούν τους ανθρώπους και τις θεωρεί δώρα των θεών {οι αθάνατοι έδωσαν των ανθρώπων = οι θεοί έδωσαν στους ανθρώπους). Αυτά τα δώρα χαρακτηρίζονται διαπρεπή (= ξεχωριστά, σημαντικά, εξαίρετα) και ατίμητα {= ανεκτίμητα) και είναι η αγάπη, η αρετή, το εύσπλαχνον στήθος (= η ευσπλαχνία, η συμπόνια) και το φρενών πτέρωμα (= το υψηλό φρόνημα, η ελευθεροφροσύνη, ο φιλελευθερισμός), όταν η τύχη φέρνει στη ζωή των ανθρώπων απότομα μεγάλες δυσκολίες.

 

Από αυτά τα λαμπρά {αγλαά) δώρα ο ποιητής αξιολογεί ως πολυτιμότερο την ελευθεροφροσύνη {φρενών πτέρωμα), γιατί αυτή είναι που έδωσε τη δύναμη στους Παργινούς να επιτελέσουν το ένδοξον έργον, να αντισταθούν δηλαδή στους κατακτητές και να μην τους επιτρέψουν να πάρουν την πόλη τους με τα όπλα. Το υψηλό ηθικό τους ανάστημα και το αδούλωτο φρόνημα τους αποκαλύπτει και η ηρωική απόφαση τους να εγκαταλείψουν την πόλη (όταν οι Άγγλοι την παρέδωσαν στον Αλήπασα), για να μην υποδουλωθούν στους εχθρούς. Η αξιολόγηση αυτή των θεϊκών δώρων προς τους ανθρώπους γίνεται στην τελευταία στροφή (στ') του αποσπάσματος, όπου «δοξολογείται» ως το αγλαότερον δώρο το ελεύθερο φρόνημα, που αποδίδεται τώρα με τη φράση ο νους οπού αποφεύγει την δουλωσύνην.

3. Η πλατιά παρομοίωση

Στις στροφές δ' και ε' παρουσιάζει ο ποιητής μια πλατιά παρομοίωση, για να προβάλει το υψηλό φρόνημα που έδειξαν οι Παργινοί στη μεγάλη δοκιμασία τους. Αναλύοντας την παρομοίωση ως εκφραστικό μέσο, σύμφωνα με τα επικά πρότυπα, έχουμε:

το αναφορικό μέρος (την εικόνα), που εισάγεται εδώ με τη λέξη ως (όπως ο μεγαλόπρεπος αετός πετάει ψηλά και αφήνει τις οξείες και διαπεραστικές κραυγές του στα σύννεφα, στα βαθιά λαγκάδια, στους αφρούς των κυμάτων και στους βράχους)·

2. το δεικτικό μέρος (την αφήγηση), που εισάγεται εδώ με τη λέξη ομοίως (έτσι και εμείς πετώντας ψηλά ας δούμε μακριά πίσω μας τους οργισμένους (= ορμη­τικούς) τροχούς της άμαξας που φέρνει συμφορές, καθώς τη σέρνουν άλογα με

τυφλά χαλινάρια και την οδηγούν στον γκρεμό· και με αποκωδικοποίηση του μεταφορικού λόγου: με την ίδια περηφάνια και το υψηλό φρόνημα, πετώντας ψηλά ας αφήσουμε μακριά πίσω μας τη συμφορά που έφερε στη ζωή μας η τυφλή τύχη)·

3.  τον κοινό όρο ανάμεσα στην εικόνα και στην αφήγηση, ο οποίος είναι το
υψηλό φρόνημα (η περηφάνια, η αξιοπρέπεια, το ελεύθερο φρόνημα).

   

 

Πέρα από την ανάλυση της πλατιάς παρομοίωσης έχουμε να παρατηρήσουμε
τα ακόλουθα:

α. Η παρομοίωση ξετυλίγεται σε τρία χρονικά στάδια, που είναι: α) το παρελθόν {υπερπετάξαντες), β) το παρόν {διασυρομένων) και το μέλλον {ιδώμεν).

β. Οι εικόνες που συνθέτουν την παρομοίωση είναι μια οπτικοακουστική και κινητική, η οποία είναι και κυριολεκτική (ο αετός που πετάει ψηλά και αφήνει τις κραυγές του) και μια οπτική και κινητική, η οποία είναι μεταφορική (η άμαξα που την παρασέρνουν άλογα με τυφλά χαλινάρια και την οδηγούν στον γκρεμό).

γ. Η πλατιά αυτή εντυπωσιακή και παραστατικότατη επική παρομοίωση είναι ένας εντυπωσιακός ποιητικός τρόπος για να προβάλει ο ποιητής αυτό που αξιολογεί ως το πολυτιμότερο δώρο από όσα έδωσαν οι θεοί στους ανθρώπους, την ελευθεροφροσύνη.

 

4. Στόχος του ποιητή

    Στόχος του ποιητή στο απόσπασμα της ωδής είναι να εξάρει το υψηλό και ελεύθερο φρόνημα των Παργινών (για τους οποίους θα γίνει λόγος στη συνέχεια της ωδής).